Καθώς ερχόμαστε σε επαφή με την κωδικοποιημένη παγκόσμια πολιτιστική μας κληρονομιά, ενεργοποιούμε ψυχικές περιοχές αντίστοιχες αυτών που διακινούνται κατά τη συμμετοχή σε τελετουργικά, την παρακολούθηση ενός θεατρικού δρώμενου, την εις βάθος ανάγνωση ενός βιβλίου, τη συνειδητή ακρόαση ενός μουσικού κομματιού, τη συμμετοχή σε μια βιωματική διαδικασία, την ενεργητική εργασία με το σώμα. Τα σύμβολα του μύθου αρχίζουν να αλληλεπιδρούν με τις εσωτερικές –ψυχικές & σωματικές- διεργασίες μας και δομούν εκ νέου την ψυχική εμπειρία.





Με τη βοήθεια των εικόνων, του στίχου, του βιώματος, τα μέρη εκείνα του ψυχισμού που κατανοούν, κατατάσσουν, αισθάνονται, επεξεργάζονται, ρυθμίζουν και αυτορυθμίζονται έχουν την ευκαιρία μιας νέας επαναδιατύπωσης της προσωπικής μας ιστορίας, σε επίπεδο τόσο συνειδητό, όσο και ασυνείδητο. Ο C.G Jung αποκαλεί τη διεργασία αυτή αναδημιουργική λειτουργία των μύθων.


Όλοι μας, μικροί και μεγάλοι είτε από τη θέση του ακροατή, είτε από τη θέση του αναγνώστη, έχουμε έρθει σε επαφή με τους μύθους. Άλλοτε έχουμε κλάψει, άλλοτε έχουμε θυμώσει, φοβηθεί, αλλά κυρίως γοητευτεί με τις ιστορίες τους και τις περιπέτειες των ηρώων τους. Αυτός είναι και ο λόγος που πολλές φορές επιστρέφουμε σε αυτούς και τους διαβάζουμε ξανά και ξανά. Επιπλέον, όλοι οι ήρωες στους μύθους είτε είναι άνθρωποι είτε πουλιά ή ζώα έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν την εξωτερική τους μορφή χωρίς όμως να χάσουν την αρχική τους ταυτότητα. Ακόμη και τα φυσικά στοιχεία μπορούν να έχουν κάποια υπερφυσική δύναμη. Χρώματα, αριθμοί, ζώα και υπερφυσικές οντότητες αποτελούν συμβολοποιημένες εικόνες του ασυνειδήτου, είτε προσωπικού, είτε συλλογικού. Παράλληλα, η ταύτισή μας ως αναγνωστών του μύθου με τους ήρωες επιτρέπει να αναγνωρίσουμε, να μάθουμε και να δοκιμάσουμε τρόπους επίλυσης των εσωτερικών συγκρούσεων και εκεί ακριβώς βρίσκεται η μεγάλης σημασίας παιδαγωγική και διδακτική αξία των μύθων (Campbell 1998).